PANAGIOTIS KOULOURAS
Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021
Κυριακή 4 Απριλίου 2021
Κυριακή 23 Ιουνίου 2019
Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019
Notes for the Kore 2019
Αγαπητή Κόρη,
Αισθανόμουν ήδη από τότε που χάσαμε τον
Βλάση, καθώς το τοπίο μέσα μου άρχισε
να ξεκαθαρίζει, ένα μεγάλο κενό στις
αξίες μας και την ποιότητα της ζωής μας,
και αυτό δεν είναι άλλο από την τρυφερότητα
που προκύπτει ως εκδήλωση της αγάπης,
μια τρυφερότητα νοούμενη ως κοινωνική
ευαισθησία και πρακτική. Το έργο του
Κανιάρη είναι στην πραγματικότητα ένα
χάδι. Αυτό που καταθέτει είναι η
τρυφερότητα του. Αυτή η τρυφερότητα
νιώθουμε να λείπει, ενώ είναι παρούσα
και αυτονόητη! Δεν μπορούμε να την
αναγνωρίσουμε, γιατί μας προλαβαίνουν
άλλα, «ανάγκες που πρέπει να τις
καλύψουμε», που δεν την εμπεριέχουν
μέσα τους γιατί η αγάπη προϋποθέτει
παρουσία, «εδώ και τώρα», «χρόνο εμπλοκής»,
την ίδια στιγμή που τρέχουμε να προλάβουμε.
Πιστεύω όμως πως δεν γίνεται τέχνη χωρίς
εμπλοκή, χωρίς ακρίβεια και καθαρότητα.
Όλο και περισσότερο συγχέουμε τα θολά
με τα βαθιά νερά. Έτσι ο κόσμος νιώθει
ότι η σύγχρονη τέχνη δεν τον αφορά, του
είναι δύσκολη η προσέγγισή της γιατί
προϋποθέτει από τη μεριά του ξεκάθαρες
φιλοσοφικές βάσεις, δύσκολα αναγνώσματα.
Πώς να προσεγγίσει μια εικόνα όταν
διαβάζει μέσα της αναφορές σε όλη σχεδόν
την δυτική και ανατολική φιλοσοφία; Έχω
την πεποίθηση ότι, ενώ ο καλλιτέχνης
πρέπει να έχει όσο το δυνατόν γερές
θεμέλιες βάσεις, η εικόνα, ως ενσάρκωση
του νοήματος, οφείλει να απευθύνεται
στο σώμα. Το πρόβλημα πρέπει να το δούμε
στην βάση του, στην ρίζα του, και η βάση
είναι το βλέμμα που μετουσιώνεται σε
θαυμασμό, σε απορία, σε ερώτηση.
Τι
βλέπω;
Εξαρχής.
Τι
βλέπω;
Κυριολεκτικά.
Σπουδή (έρως, σφοδρή επιθυμία) με βάση
μια ερώτηση: «τι βλέπω;». Όχι για να
εκφραστώ (το αν πονάω ή όχι δεν ενδιαφέρει
κανέναν), αλλά για να πω τι πραγματικά
διαβάζω από το κείμενο / βλέπω στο
αντικείμενο. (Όσο διαβάζω,) / Όσο βλέπω,
τόσο είμαι, και τότε μπορεί να κοινωνηθεί
το άρρητο, να γίνει η μύηση.
Αυτό
που θέλω να πω, είναι ότι στην πραγματικότητα
χρειαζόμαστε μια ιδιάζουσα ηδύτητα/
γλυκύτητα (κάτω από συνθήκες εγρήγορσης
η όχι, αδιάφορο), η οποία να μας καθηλώσει
και μας αναγκάσει να κλείσουμε για μια
στιγμή τα μάτια μας, ώστε να τη γευτούμε
όσον το δυνατόν πιο βαθιά. Και τότε να
πεις ναι, αξίζει, είναι ωραία η ζωή για
αυτό, είναι απέραντη αυτή η στιγμή, θα
μπορούσα να δω όλη την ύπαρξή μου μέσα
της… Γιατί, για μια στιγμή, έγινα όσος
ένιωσα κάτω από αυτήν τη συνθήκη και
γέμισα αγάπη. Ο Θεός είναι αγάπη και η
αγάπη είναι τρόπος, ένα χάδι· χρειάζεται
ένα ενδιάμεσο, μια ενσάρκωση. Η σάρκα.
Έρως-επιθυμία-πόθος-αγάπη.
Προσωπικά
ένιωσα την πλήρωση από τη θέα ενός
αγριόχορτου που μπορεί να φυτρώσει
οπουδήποτε, στις πιο αντίξοες συνθήκες,
από τη θέα ενός τίποτα που ή το προσπερνάς
ή στέκεσαι και το βλέπεις. Γι’ αυτό δεν
έχω να πω τίποτα, εκτός από το ότι θυμάμαι
σε μια ταινία έναν πολεμιστή να στέκεται
πριν τη μάχη μπροστά σε μια ανθισμένη
κερασιά και να λέει στον αντίπαλό του
ότι θα μπορούσε να κοιτάζει το άνθος
της για μια ολόκληρη ζωή, χωρίς να
θεωρήσει την ζωή του χαμένη. Εργάζομαι
σχεδόν τέσσερα χρόνια πάνω σε αυτό.
Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015
Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΕΝ
ΠΤΥΧΩΣΕΙ
Αναφορά στη
Melencolia
του Παναγιώτη Κουλουρά
Η τέχνη μας δείχνει
αυτό που ήδη γνωρίζουμε,
έτσι όπως δεν μας
έχει γίνει (ακόμη) αντιληπτό
Gerhard
Schweppenhäuser
Ήδη από το 2009 και
σε επάλληλες παρουσιάσεις του έργου
του, κυρίως με τα «Εφήμερα
Μνημεία» (2010)
και το «Προς
Εγκατάστασιν» (2011),
ο Π. Κουλουράς αντιτάσσεται εικαστικά
στην έννοια της πληροφορίας, όπως αυτή
απορρέει από τη βιομηχανική κουλτούρα
των μέσων μαζικής ενημέρωσης, την οποία
ο H.
M.
Enzensberger
επιτυχώς ονόμασε «βιομηχανία της
συνείδησης».
Ο τίτλος της
παρούσας έκθεσης παραπέμπει σαφώς στη
σχεδόν ομώνυμη χαλκογραφία «Melencolia
I»
(1514) του
Άλμπρεχτ Ντύρερ. Σίγουρα, εδώ δεν
πρόκειται απλά για την άγονη, υποτονική
ψυχική διάθεση και αναίτια θλίψη. Οι E.
Panofsky
και F.
Saxl
κατέδειξαν σε ενδελεχείς μελέτες τους
ότι ο Ντύρερ αντιλαμβάνεται τη μελαγχολία
με την έννοια που της έδωσαν οι
νεοπλατωνικοί στοχαστές της φλωρεντινής
Αναγέννησης, και ιδίως ο Marsilio
Ficino,
ο οποίος στο έργο του «De
vita
libri
tres»
(Τρία βιβλία
περί της ζωής,
1489) ερμηνεύει τη μελαγχολία όχι απλά ως
συναισθηματική κατάσταση, αλλά πρωτίστως
ως διανοητική δημιουργική δύναμη.
Πρόκειται για τη melancholia
artificialis,
την κάπως επιτηδευμένη, καλλιτεχνική
μελαγχολία σε εποχές αναδίπλωσης και
μετάβασης. Πολύ αργότερα ο Γκύντερ
Γκράς, αναφερόμενος κι αυτός στη
«Melencolia
I»,
θα μιλήσει
κάπως παράδοξα για «στάση εν προόδω»,
εννοώντας ότι η ουτοπία (μιας επερχόμενης
νέας εποχής) και η μελαγχολία
αλληλοσυγκρατούνται εξισορροπιστικά:
η ουτοπία από την όποια βιαστική και
ανεδαφική σκοποθεσία, και η μελαγχολία
από την απάρνηση και την ιστορική
απόσυρση.
Σε αυτό λοιπόν το
εννοιολογικό πλαίσιο εντάσσεται και η
«Melencolia»
του Κουλουρά.
Περνώντας τώρα
στη μορφική ανάλυση, δύο στοιχεία του
έργου του Ντύρερ φαίνεται να τον εμπνέουν:
Πρώτα από όλα οι
κώδικες, τα κεκρυμμένα και η συγκαλυμμένη
πληροφορία που χαρακτηρίζουν το χαρακτικό
του γερμανού καλλιτέχνη, αποτελούν και
την κύρια μορφική συνισταμένη του έργου
του Κουλουρά. Από όλα τα έμβια όντα ο
άνθρωπος κάνει την πιο ευρεία χρήση
σημείων για επίτευξη επικοινωνίας. Μέσω
σημείων οργανώνεται η πραγματικότητα
σε σύνταγμα νοήματος. Είναι ίδιον όμως
της μοντέρνας εποχής τα σημεία και οι
κώδικες να αυτονομούνται, κι αυτό όχι
μόνο για λόγους ιδεολογικής χειραγώγησης,
αλλά πρωτίστως βάσει της λογικής των
ίδιων των μαζικών μέσων. Αυτό που ο Μαρξ
έγραφε στο «Κεφάλαιο»
για το
εμπόρευμα, ισχύει εμφατικά για την
πληροφορία (που αποτελεί σήμερα το κατ‘
εξοχήν άυλο εμπόρευμα): «Εκ πρώτης όψεως
ένα εμπόρευμα φαίνεται σαν ένα αυτονόητο,
κοινότοπο πράγμα. Η ανάλυσή του δείχνει
ότι είναι ένα πολύ περίπλοκο πράγμα,
γεμάτο από μεταφυσική σοφιστεία και
θεολογικές παραξενιές». Η φαντασμαγορία
της πληροφορίας, μέσα στην οποία ζούμε,
είναι η αναπόδραστη έκφανση του
πραγματικού. Καταναλώνουμε σημεία και
αφηρημένες μορφές «πραγματικότητας».
Αυτόν λοιπόν τον κυκεώνα αναπαριστά
και ο Κουλουράς στοιβάζοντας σε σωρό
θραύσματα μαρμάρων με χαρακτικά
εντυπώματα στην επιφάνειά τους,
επεξεργασμένες «μνήμες» και αποσπάσματα
φωτογραφικού υλικού. (Ίσως μια ανάμνηση
των ατάκτως ερριμμένων εργαλείων της
«Melencolia
I»
του Ντύρερ.)
Ένα εικονοκλαστικό αρχείο ιχνών,
σινιάλων, ιερογλυφικών και αλγορίθμων·
η πληροφορία συρρικνώνεται στη συντακτική
της μορφή.
Δυο λόγια ακόμη
για τη μέθοδο και το υλικό. Ο Κουλουράς
επιλέγει τη χαρακτική, που ως μέθοδος
αναπαραγωγής μιμείται την τεχνική
αναπαραγωγή του πληροφοριακού υλικού,
όμως συγχρόνως, ενσωματώνοντας ανθρώπινη
εργασία στο έργο, αντιπαρατίθεται στους
αυτοματισμούς της πληροφοριακής
παραγωγής. (Επ‘ αφορμή της χαρακτικής,
ας θυμηθούμε ότι η λατινική λέξη για
την πληροφορία, informatio,
στη σχολαστική φιλοσοφία είχε την έννοια
του εν-τυπώνω.)
Τέλος, η εκλογή του μάρμαρου ως υλικού
υποβάλλει κλασική καθαρότητα θυμίζοντας
ένα ανοιχτό κάδρο, σαν τους περίστυλους
αρχαιοελληνικούς ναούς ανοιχτούς προς
το δημόσιο χώρο· ένα υπόστρωμα αιωνιότητας
που αφήνει την φλέβα του παροδικού να
ρέει στην επιφάνειά του.
Το άλλο μορφικό
στοιχείο της «Melencolia
I»,
που έχουν συχνά επισημάνει οι μελετητές,
και με το οποίο δείχνει να συγγενεύει
το έργο του Κουλουρά, είναι η ασταθής,
χαλαρή σύνθεση που επέλεξε ο Ντύρερ για
τη χαλκογραφία του: παντελής έλλειψη
δεσπόζουσας οριζόντιας ή κάθετης
γραμμής. Ο παρατηρητής περιφέρει ανήσυχα
το βλέμμα του σε ένα οπτικό πεδίο που
αναδιπλώνεται σε πτυχώσεις ενθυλακώνοντας
το περιεχόμενό του. Παρόμοια ο Κουλουράς
(θυμίζοντας τις αναλύσεις του G.
Deleuze)
διαλέγει κρυπτογραφικά, για μια ομάδα
έργων του, την πτύχωση ως μπαρόκ ένδυμα
της πληροφορίας για το περιπετειώδες
ταξίδι της μεταξύ ανοίγματος και
εγκλεισμού. Γιατί, όπως και η πτύχωση,
τι άλλο είναι η πληροφορία παρά δυνάμει
ανοιχτότητα και διαφάνεια από τη μια,
πυκνότητα και αδιαφάνεια από την άλλη;
Τι άλλο παρά ένα μέγιστο ύλης σε ελάχιστη
επιφάνεια, μια διεύρυνση και εξύψωση
του χώρου σε συνεχή χρονική διαμόρφωση;
Η καμπύλη, η κρύφια
εκδίπλωση, κυριαρχεί παντού·
όπως και στις 41 ακουαρέλες, την
κωδικοποιημένη ημερολογιακή καταγραφή
του Π. Κουλουρά.
Την μια πλευρά της
τέχνης περιγράφει ο J.
Baudrillard:
«Κάνε το καθαρό αινιγματικό (…), κάνε
το ίδιο το συμβάν δυσανάγνωστο». Την
άλλη πλευρά μπορούμε να τη διαβάσουμε
στο Ταλμούδ: «Επιθυμείς να γνωρίσεις
το αόρατο, παρατήρησε ακριβώς το ορατό».
Αθήνα, 10 Νοεμβρίου
2014
Ανδρέας
Παπαχρήστος
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------Στα
πλαίσια αυτού του κατατοπιστικού
σημειώματος δεν παρατίθενται βιβλιογραφικές
αναφορές. Το κενό θα αναπληρωθεί στην
εκτενή αναφορά που θα προσεγγίζει το
σύνολο έργο του Παναγιώτη Κουλουρά και
θα αναρτηθεί σύντομα στον διαδικτυακό
του τόπο.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------Η
μερική ή ολική αναπαραγωγή του κειμένου
με οποιοδήποτε τρόπο απαιτεί την έγκριση
του συγγραφέα.
Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)